Συνάντηση γιὰ τὴν Διδασκαλία τοῦ Πολυτονικοῦ
Στὶς 14 Δεκεμβρίου 2013, μὲ πρωτοβουλία τοῦ Ἐκπαιδευτικοῦ- Ἐρευνητικοῦ Τομέως τοῦ Ἀνοικτοῦ Ψυχοθεραπευτικοῦ Κέντρου,...
ΤΟ «ΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟ» ΚΥΚΛΩΜΑ ΞΑΝΑΧΤΥΠΑ!
Πρωτοφανής Προκλητική Ἀντιμετώπιση τῆς Ἔρευνας γιά τό Πολυτονικό σέ Ἐπιστημονικό Συνέδριο Τήν Παρασκευή 17 Μαΐου στή συνεδρία...
Κατὰ Μονοτόνων καὶ Πνευματοκτόνων
Μόλις κυκλοφόρησε τό νέο βιβλίο τοῦ Ἰ.Κ.Τσέγκου ἀπὸ τὶς ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ, μὲ Πρόλογο τοῦ Κ.Ε.Τσιρόπουλου, Κατὰ Μονοτόνων καὶ...
Ὅπως οἱ Ἀρχαῖοι τῆς Ἀθηνᾶς Κακούρη
ΕΥΘΥΝΗ, Φεβρουάριος 2006, Χαῖρε κόσμε! Ὁ ὑπογράφων, Ἀνδρέας τοῦ Νικολάου καί τῆς Ἐλπίδος, ἔχοντας ὅλα του τά λογικά καί νοιώθοντας...
Συλλογὴ Ὑπογραφῶν
Ἡ συλλογὴ ὑπογραφῶν γιὰ τὴ γλῶσσα ξεκίνησε τοὺς τελευταίους μῆνες τοῦ 2006. Ἀρχικά, τὰ "Φύλλα τῶν...
Ἄν ἐνδιαφέρεσθε νά συμμετάσχετε
 καθ' οἱονδήποτε τρόπο στὴν Πρωτοβουλία Πολιτῶν γιὰ τή Γλώσσα, παρακαλεῖσθε νὰ ἀποστείλετε, μέσῳ τῆς σελίδας Ἐπικοινωνίας,...
Ἐλπίζουμε πραγματικὰ
ὅτι ὁ παρὼν "δικτυακὸς τόπος", θὰ συγκεντρώσει ὅσο τὸ δυνατόν περισσότερους ἐνδιαφερομένους γιὰ τὴ γλώσσα. Μὴ διστάσετε...

Ὅπως οἱ Ἀρχαῖοι τῆς Ἀθηνᾶς Κακούρη

ΕΥΘΥΝΗ, Φεβρουάριος 2006,

Χαῖρε κόσμε! Ὁ ὑπογράφων, Ἀνδρέας τοῦ Νικολάου καί τῆς Ἐλπίδος, ἔχοντας ὅλα του τά λογικά καί νοιώθοντας τό θάνατο κοντά...

Ὁ Συμβολαιογράφος διάβαζε μονότονα τή διαθήκη, στό μυαλό του ὅμως ὁ Περικλῆς ἄκουγε τήν φωνή τοῦ πεθαμένου, μέ τήν λεπτολόγο ἐκφορά του, τά ἀνεβοκατεβάσματα τοῦ τόνου, τήν ἐπιμονή του νά τραβᾶ τά μακρά φωνήεντα... Ἀκόμη καί τά διπλά σύμφωνα, καί τίς περισπωμένες τίς ὑποδήλωνε ὁ ἀθεόφοβος μ᾽ ἐκεῖνο τό μελωδικότατο ὄργανο πού διέθετε.

«Καί νομίζεις, καϋμένε, πώς μπορεῖ ὁ καθένας νά μιλήσει ἔτσι; Ἐδῶ χάθηκε ἡ διαφορά τοῦ μπέ ἀπό τό μ-πέ, κι ἀκοῦς σύdαγμα, πέdε, ἐdόσθια, ἐbαιγμός...»

Ὁ Ἀνδρέας πεταγόταν ἀπάνω.

«Τί εἴδους ἐπιχείρημα εἶναι αὐτό, βρέ Περικλῆ; Δηλαδή πονάει δόντι, κόψει κεφάλι; Ἐπειδή στραβώνει ἕνα κλαρί, θά ξεκουρβουλώσουμε τό κλῆμα; Γιατί νά χοντρύνουμε τή γλώσσα; Μποροῦμε καί τή σωστή προφορά τοῦ μ-πέ, ν-τέ θά βροῦμε τρόπο νά τήν σημειώνουμε ὥστε νά συντηρηθεῖ, καί τούς τόνους καί τά πνεύματα νά κρατήσουμε. Καί μποροῦμε καί πρέπει!»

«Στά σύννεφα περπατᾶς, θαρρῶ!»

«Βεβαίως! Καί γι᾿ αὐτό ἐγώ, ἀπό κεῖ πάνω, βλέπω καλύτερα. Ἐνῶ ἐσύ, προσγειώθηκες κι ἔτσι ἔχασε τήν εὐρύτητα τοῦ ὁρίζοντός σου».

«Αὐτός ὁ μηχανιστικός τρόπος νά καθορίζεις...»

«Καθορίζεις! Ἄ! Σέ τσάκωσα! Καθορίζεις, ἔ; Τή βλέπεις τή δασεία ποῦ κρύβεται ἐκεῖ μέσα; Βγάλε τά πνεύματα ἀπό τή γλώσσα μας, καί κοντά στά πέdε έbορος, θά σοῦ ξεφυτρώσουν ἀναπόφευκτα τά: κατορίζεις, ἀντυπολοχαγός, ἴσως μάλιστα καί ἀνθαπόκριση!»

Πῶς τόν νευρίαζε αὐτός ὁ Ἀνδρέας! Δέν ἦταν παρά ἕνας λάτρης τῶν παραδόσεων, ἕνα μυαλό στενό, ἱκανό μόνον ἐφιάλτες νά γεννήσει κι ὄχι ὁράματα, τρομοκρατούμενος ἀπό κάθε ἀλλαγή, κάθε ἐξέλιξη, κάθε ἐξόρμηση πρός τό μέλλον, ἐνῶ ἐκεῖνος —ὁ Περικλῆς— μισοῦσε τή μούχλα τῆς πεπατημένης, μισοῦσε τή βαθμολόγηση, τήν ἀξιολόγηση, τούς τύπους, τίς γραμματικές, τόν ὑποτεταγμένο λόγο, τά διπλά σύμφωνα, τά τριτόκλιτα, καί μάλιστα τά πνεύματα καί τή στίξη, (σάμπως τά εἶχαν αὐτά οἱ Ἀρχαῖοι ποῦ μεγαλούργησαν;). Τά ἤθελε ὅλα νά ἐλευθερωθοῦν, νά πάρουν ἀέρα, νά ἀνοίξουν φτερά.

«Ἀνάθεμα στίς περιττές σου τζιριτζάντζουλες—δασεῖες, περισπωμένες, ἄνω τελεῖες. Βλακεῖες!» ξέσπαγε.

«Ἀνάθεμα στό μονοτονικό σου καί σ᾿ ὅλη τήν ἀκουστική μονοτονία τῆς δῆθεν δημοτικῆς σου —ἡ διερεύνηση τῆς ὑπόθεσης τῆς διάρρηξης τῆς δημοτικῆς Βιβλιοθήκης... Φρίκη! Δέν τήν ἄκους, βρέ ἀδερφέ;»

Ἁρπαζόνταν συχνά, κι ἔπαιρναν οἱ καυγάδες τους κάμποσες φορές μιά ἄσκημη τροπή, ἴσως ἐπειδή —ἀνομολόγητα— δέν τόν χώνευε καθόλου τόν Ἀνδρέα. Ἀδερφός ὁμοπάτριος μόνο, εἶχε κληρονομήσει ἀπό τή μάννα του περιουσία. Ὁ ἴδιος, ὁ Περικλῆς, εἶχε κληρονομήσει ἀπό τόν κοινό τους πατέρα ἀνέχεια μέν ἀλλά καί πόσες ἀρετές! Τήν ἁπλοχεριά, τήν αἰσιοδοξία, τήν ὁρμή, τή διάθεση νά δώσει καί νά δημιουργήσει. Ἀλλά τί νά δώσει, πού τά λεφτά τά εἶχε ὁ Ἀνδρέας, καί μέ τί νά δημιουργήσει ποῦ δέν εἶχε τά ἀπαιτούμενα κεφάλαια γιά νά ἐφαρμόσει τίς ἰδέες του;

«Θά ξαναγυρίσουμε δηλαδή τώρα στά Θεμιστοκλέους καί Ἀναξιμάνδρου καί Ξενοφῶντος; Κοίτα πάντως, κακομοίρη μου, μή μοῦ σερβίρεις ἐμένα κανένα Περικλέους, γιατί χάθηκες!» πέταγε στόν Ἀνδρέα φρενιασμένος. Ὁ ἄλλος τόν φοβέριζε: «Κατάργησε τίς κλίσεις, καί θά τό πληρώσεις ἀκριβά!» κι ὁ Περικλῆς θύμωνε ἀκόμη περισσότερο ἐπειδή δέν τολμοῦσε νά ξεφωνίσει τήν πραγματική του σκέψη: δέν θά μᾶς ἀδειάσεις καμιά ὥρα τή γωνιά;

Ἀσθενικός ἦταν ὁ Ἀνδρέας, ὁ ἴδιος ἔλεγε καί ξανάλεγε πώς δέν θά ἀργοῦσε νά πεθάνει (ἀλλά δέν τό ἔκανε κι ὅλα!) καί οὔτε ἔκρυβε τή λύπη του γιά τήν κληρονομιά πού θά ἄφηνε στόν Περικλῆ καί στόν ἀδερφό τοῦ Περικλῆ, τόν Δημήτρη.

«Ἄλλον κανέναν δέν ἔχω. Σέ σᾶς θά καταλήξουν-κρίμα! Κρίμα ἀπ᾿ τό Θεό, μέ τίς ἰδέες πού ἔχεις!»

Ὁ Δημήτρης, ἀδερφός τοῦ Περικλῆ κι ἀπ᾿ τούς δυό γονεῖς, δέν ἐρχόταν ποτέ σέ σύγκρουση μέ τόν Ἀνδρέα. Οὔτε μέ τόν Περικλῆ ἐρχόταν ποτέ σέ σύγκρουση. Ἦταν γλυκομίλητος, ὑποχωρητικός καί παντρεμένος μέ τήν Ἅρλα, ἕνα θηλυκό ἁρπακτικό καί ἐπίφοβο. Μ᾿ αὐτήν θά εἶχε νά λογαριαστεῖ ὁ Περικλῆς, ἄν τυχόν ἄφηνε καμιά ἀσάφεια στή διαθήκη του ὁ Ἀνδρέας, πού μόλις εἶχε —ἐπιτέλους! στά ἑξηνταπέντε του!— ἀποβιώσει.

...ἔχοντας ὅλα του τά λογικά καί νοιώθοντας τό θάνατο κοντά, (λόξα κι αὐτή πάλι, νά μιλᾶ γιά τόν ἑαυτό του στό τρίτο πρόσωπο!) ἀφήνει γειά στόν κόσμο, καί ὁλόκληρη τήν κινητήν καί τήν ἀκίνητον περιουσίαν του τήν κληροδοτεῖ ἐλευθέραν πάσης ὑποχρεώσεως καί ἀνερχόμενην εἰς περίπου...

Ὅ ἀριθμός ἦταν τεράστιος, ὦ χαρά!... Μά γιατί κόμπιαζε ὁ συμβολαιογράφος; Τί σούφρωνε τά φρύδια καί συγκέντρωνε τό βλέμμα καί σήκωνε τό χαρτί κοντύτερα στά μάτια του; Ὁ Περικλῆς πετάχτηκε, ἔσκυψε πάνω ἀπό τόν ὦμο του. Τό κείμενο, πεζά ὥς τώρα, συνεχιζόταν μέ κεφαλαῖα:

ΣΤΟΝΑΔΕΡΦΟΤΟΥΔΗΜΗΤΡΗΠΕΡΙΚΛΗΦΟΛΑΣΤΟΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟ. Ἀκολουθοῦσε φαρδειά πλατειά ἡ ὑπογραφή τοῦ Ἀνδρέα.

Ὁ Περικλῆς ἅρπαξε τό χαρτί καί διάβασε δυνατά.

«Στόν ἀδερφό τοῦ Δημήτρη, Περικλῆ». (Πῆρε ἀνάσα γιατί τοῦ ἐρχόταν δύσκολο νά προφέρει ἐκεῖνο πού ἀκολουθοῦσε): «Φόλα στό μονοτονικό», εἶπε τέλος σέ χαμηλότερο τόνο.

Ἡ Ἅρλα, πού εἶχε βρεθεῖ δίπλα του, διάβασε ἀκόμη πιό δυνατά.

«Στόν ἀδερφό του Δημήτρη». Πῆρε κι ἐκείνη ἀνάσα καί μετά γύρισε εἰρωνικά πρός τόν γαμπρό της. «Ἐδῶ ὑπονοεῖται τελεία. Καί μετά στρέφεται σέ σένα καί λέει: «Περικλῆ, φόλα στό μονοτονικό».

«Λάθος!» φώναξε ὁ Περικλῆς. «Στόν ἀδερφό τοῦ Δημητρίου, τόν Περικλῆ! Αὐτό ἐννοεῖ. Ἐμένα!»

«Βλακεῖες!» χτύπησε τό πόδι κάτω ἡ Ἅρλα. «Ἄν αὐτό ἐννοοῦσε θά τό ἔγραφε ἔτσι. Ἀλλά δέν ἐννοεῖ ἐσένα. Στόν ἀδερφό του, τόν Δημήτρη, τά ἀφήνει!»

«Ποῦ τή βρῆκες τήν αἰτιατική;»

«Ὅπου βρῆκες κι ἐσύ τή γενική!»

«Εἶναι προφανές πώς τό τοῦ εἶναι κτητική ἀντωνυμία! Τόν ἀδερφό τοῦ Δημήτρη — ἐδῶ ὑπάρχει περισπωμένη».

«Ποῦ τήν εἶδες; Εἶναι ἄρθρο ἀρσενικό, στή γενική. Τοῦ Δημήτρη. Γι᾽ αὐτό καί πρέπει νά θεωρηθεῖ ἄτονο. Τόν ἀδερφό του Δημήτρη. Φῶς φανάρι τά ἀφήνει στόν Δημήτρη».

«Στρεψοδικίες!»

«Ψευτιές!»

Ἀντάλλαξαν καί πολύ χειρότερα, τόσο ἐδῶ ὅσο καί στά δικαστήρια, ὅπου ὁ καυγᾶς σερνόταν πολλά χρόνια χωρίς ποτέ κανείς δικηγόρος νά μπορέσει νά ἀποδείξει ποιά ἦταν ἡ πρόθεση τοῦ Ἀνδρέα ὅταν ἔγραφε, ὅπως οἱ Ἀρχαῖοι, πώς ἀφήνει τήν περιουσία του:

ΣΤΟΝΑΔΕΡΦΟΤΟΥΔΗΜΗΤΡΗΠΕΡΙΚΛΗΦΟΛΑΣΤΟΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟ

Ἀθηνᾶ Κακούρη

sign search